Κυριακή, Σεπτεμβρίου 30, 2012

ΒΑΣΙΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: ΚΙΣΜΕΤ ΠΑΣΤΟΥΝΒΑΛΙ

Βασίλης  Χριστόπουλος
Κισμὲτ  Παστουνβαλί
ναδημοσίευση π τ περιοδικ ροπέδιο, τεχος 8ο, Χειμώνας 2009.

λ  βρίσκεται στ Γενικ σφάλεια  Πατρν γι  5η  φορά. πως κα τς λλες φορές, λα   τ παιδι γύρω του, περίπου 20 φγανοί, εναι γνωστά. Μ τ περισσότερα εναι φίλοι κα ζον  χρόνια μαζ στν καταυλισμ τν προσφύγων δίπλα στ χείμαρρο  Μείλιχο.  
Εναι κόμη πρω κα λοι κμεταλλεύονται  τν πρωιν δροσιά, πρν τος σφίξει ζέστη, ν κερδίσουν μερικς ρες πνου. Μόνο   λ μένει ξύπνιος. Στέκεται σ μία γωνιά, καθιστς πάνω σ να  ξύλινο κασόνι, κουμπ τν πλάτη του στν τοχο  κα  σκέφτεται τ κισμέτ του. ναρωτιέται πς λλχ ποφασίζει τ κισμτ το νς κα το λλου. Πολλς  ποφάσεις το  μοιάζουν ν εναι τυχαες. Σν λλχ ν στρίβει διάφορα να μεταλλίκι στν έρα κα ,τι καθίσει.
Διστακτικ βγάζει π τν τσέπη του να νόμισμα. Γι λίγο τ κοιτάει πίμονα, σν κάτι ν προσπαθε ν καταλάβει. Ξαφνικ τ πετ στριφτ ψηλ μέχρι τ ταβάνι.

AUREL RAU: ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ

Aurel Rau
SEPTENTRION
πόδοση: Δημήτρης Κανελλόπουλος

Μερικ ἀποδημητικὰ  πουλιά...
Μ. Sandoveanu

λη τ νύχτα, θόρυβα πορευθήκατε πρς νότον, κρυφομιλώντας
μ τς στέγες κα τς καπνοδόχους,
σκαλίζοντας  γράμματα,

γώ, πρέπει ν πλαγιάσω τώρα,
μ πως κα ν 'χει, σς γράφω ατ τ ραβασάκι, πο δένοντάς το στν κορυφ
τς καρυδις, μ κα στς μαδημένες π' τ' γέρι λεκες
ν τ διαβάσετε.

πως κα ν ’χει, εναι γεγονός, πς δν κοιμμαι, εμαι κοντά σας, στ' νεμοσάλεμα,
πάνω π' τν ποταμό, στ δρόμο νάμεσα Πλειάδα κα ρίωνα.

ταν καλό, δν ταν, τ πρόγραμμα, στς κβολές,
στ ρη, πλάι σ λίμνες, σ κοιλάδες, στν Βαλτικ ψηλ
κε πο κόσμος μοιάζει, σν κολοκύθι ( σν χλάδι κατ τν Κολόμβο).
λευκς τελείως, πάλλευκος (θωρες τς γέρικες ρκοδες);

Κα παρξη, ενοϊκς γάπης; πανάληψη στ μορφή,
θ γυρίσετε σιγά-σιγά, πολὺ λλαγμένα
π τς νέες γενιές; Μ' πώλειες ασθητς

π το κυνηγιο, λλ κα τν νόμων προστασίας τς συνθκες;
Μ μία κουβέντα σᾶς ρεσε χι, στος Βίκινγκς,
στος σλάβους, στος σαρμάτες, στος γερμανος στος δάκες;

Στάσου ρθός, κέραιος τ μερολόγιό σας πως χτές, κα πάντα γραμμένο
π Φαραώ, π φελάχους κα γραφιάδες;

Μι εχή, μι βλασφημία πάρχει, ν μν ξαρτιέστε σες, π μεσίτες,
π προγόνους, πογόνους κι γριους τελωνοφύλακες;
λη τν νύχτα, θόρυβα πορευθήκατε, πρς νότο, λλάξατε
ντυπώσεις, σ' να γαλάζιο, δεδες, μέσα.

Τ σημάδια τν στρων, μειώνονται, ερογλυφικά! δν περιπλέκεται
παλίμψηστος, σ νέα τεχνάσματα πρς τς αγές;

πως κα ν ’χει, δν θ τν ποκρυπτογραφήσετε, τσι δίσταχτα πο γράφετε,
πανττε, πάνω π' τ(ς καπνοδόχους τν σπιτιν πάνω,
πάνω στς γωνις κα στος ρόμβους, στ ρθογώνια, στς
λλειπτικς
γραμμς
μέχρι, ν σημαδέψετε τ τόξο τς στριας,
τ χυρ Βαλκάνια μπρός σας χετε κατηφορίζοντας
π' τν
Βορρ,
φήνοντας με, ρημο, πεθαμένο, ετυχισμένο, ν ποδεχτ
τν χειμώνα...

Aurel Rau ποιητής, δοκιμιογράφος κα π πολλ χρόνια κδότης (μετὰ τὸν  A.E. Baconsky) νς π τ σπουδαιότερα λογοτεχνικ περιοδικ τς Ρουμανίας, τς Steaua, γεννήθηκε στς 8 Νοεμβρίου το 1930 στ Josenii Bargaului, στ νομ Bistrita-Năsăud. Σπούδασε Ρουμανικ Φιλολογία στ Πανεπιστήμιο το Cluj. μφανίστηκε στ γράμματα, δημοσιεύοντας στίχους το στ περιοδικ γώνας το Ardeal, τ 1949. π τ 1959 ργάστηκε στ λογοτεχνικ περιοδικ Steaua το Cluj-Napoca. Μαζ μ τν A.E. Baconsky φεραν κα πάλι στ προσκήνιο τν Lucian Blaga, πο εχε παγορευθε ποιαδήποτε παρουσία του στ λογοτεχνικ πράγματα στ χρόνια τοῦ σταλινισμο.

MARIN SORESCU: ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ

«SHAKESPEARE»
τοῦ Marin Sorescu

ἀπόδοση ἀπὸ τὴν ρουμανική: Δημήτρης Κανελλόπουλος

Ὁ Σαίξπηρ δημιούργησε τὸν κόσμο, σ' ἑφτὰ ἡμέρες.
Τὴν πρώτη μέρα, ἔφτιαξε τὸν οὐρανό, τὰ βουνά, καὶ τὰ βάθη      τῆς ψυχῆς
Τὴ δεύτερη, ἔφτιαξε, τὰ ποτάμια, τὶς θάλασσες, τοὺς ὠκεανοὺς
Καὶ τὰ ἄλλα αἰσθήματα
Δίνοντας τα τοῦ Ἄμλετ, τοῦ Ἰουλίου Καίσαρα, τοῦ Ἀντωνίου,
τῆς Κλεοπάτρας, καὶ
τῆς Ὀφηλίας,
Τοῦ Ὀθέλου καὶ τῶν ἄλλων
Γιὰ νὰ ἐξουσιάσει αὐτοὺς καὶ τοὺς ἀπογόνους των,
στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Τὴν τρίτη ἥμερα μάζεψε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους
καὶ τοὺς ἔμαθε τὶς γεύσεις:
Τὴ γεύση τῆς εὐτυχίας, τῆς ἀγάπης, τῆς ἀπελπισίας,
Τὴ γεύση τῆς ζήλιας, τῆς δόξας καὶ οὕτω καθεξῆς
Μέχρι ποὺ τέλειωσαν ὅλες οἱ γεύσεις.
Τότε ἔφτασαν καὶ μερικὰ ἄτομα, ποὺ εἶχαν ἀργοπορήσει
Ὁ δημιουργὸς τοὺς χάιδεψε στὸ κεφάλι μὲ συμπόνια
Καὶ τοὺς εἶπε πὼς δὲν μένει πιὰ τίποτα ἄλλο νὰ τοὺς κάνει, παρὰ μόνο
Κριτικοὺς τῆς λογοτεχνίας
Γιὰ νὰ ἀμφισβητοῦν τὰ ἔργα της.
Τὴν τέταρτη καὶ πέμπτη τοὺς ἐπιφύλαξε τὸ γέλιο
Ἄνοιξε δρόμο στοὺς γελωτοποιοὺς
Νὰ κάνουν τοῦμπες
Καὶ τοὺς χάρισε στοὺς βασιλιάδες, στοὺς αὐτοκράτορες,
Καὶ σὲ ἄλλους, δυστυχεῖς νὰ διασκεδάζουν
Τὴν ἕκτη μέρα, ἔδωσε λύση σὲ μερικὰ διοικητικὰ προβλήματα:
Ἔβαλε καθ’ ὁδόν, μιὰ θύελλα
Καὶ δασκάλεψε τὸ βασιλιὰ Λὴρ
Πῶς πρέπει νὰ φοράει τὸ ἀχυρένιο στέμμα του.
Ἔμεναν μερικὰ ὑπολείμματα, ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου
Καὶ δημιούργησε μ’ αὐτὰ τὸν Ριχάρδο τὸν Γ΄
Τὴν ἕβδομη μέρα, σκέφτηκε μήπως τοῦ ἔμενε καὶ τίποτα ἄλλο γιὰ νὰ κάνει
Κι ἔφτιαξε τοὺς διευθυντὲς θεάτρου, γεμίζοντας τὸ κόσμο μὲ ἁγιάσματα,
Κι ὁ Σαίξπηρ σκέφτηκε, ὅτι μετὰ ἀπὸ τόσο μόχθο
μποροῦσε νὰ ἀπολαύσει, κι αὐτός, ἕνα θέαμα.
Ἄλλα πιὸ πρίν, καθότι ἦταν ὑπέρμετρα καταπονημένος

Πῆγε καὶ «πέθανε» λιγάκι.

ŞTEFAN AUGUSTIN DOINAŞ: ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

 Ştefan Augustin Doinas καὶ σύζυγός του Irinel Liciu.
Ştefan Augustin Doinaş

ΝΕΚΡΗ ΦΥΣΗ

Ἀ­πό­δο­ση ἀπὸ τὴν ρουμανική: Δη­μή­τρης Κα­νελ­λό­που­λος.


Το πίνακα τ φροτα, να ντίο.
(Στ ρυτιδωμένο τραπέζι τν παιδιν
στν νεμο σείεται τὸ  ρωματισμένο μιπατκ μαντηλάκι.)

Γαλάζιο, πράσινο, νοιχτογάλαζο, λα θ καον
ο προσδιορισμένες πόλεις, ς τ διατρανώσουν.
Πολλο ρωτες θ ποκινήσουν: μι φόρμα
νώριμη, κάτω π' τ φκιασίδια τους, σς πηγαίνει στν
πειρασμό, κα μύωπες ναυτικο π' τ' λάτι
κα λόρδοι οδέτεροι, κα καθηγητς κομματιασμένοι
κα παιδι πο θέλουν ν πιστεύουν τι εναι δίσκοι.

(Στ τραπέζι, σ παλις προθεσμίες θ πλεύσετε,
κ νέου γλυκ μαντηλάκια μπατκ μιμητικ
καθς στς φτ ρα πάντα, ς δεπνος μερικν πτηνν...)

Ατές, στ χώρα πο μεγαλώνουν ο μαγντες
δν μπορον τν παρθενιά τους ν καταναλώσουν.

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΙΚΕΣΙΑ

νας κα μοναδικς
σφυγμς
νάμεσα στ λφα κα στ μέγα
τ τραγούδι κατοικε στν ορανίσκο το στόματος
κε -
φτερουγίζοντας στ θέση τν πτηνν
λέξη πτηνό, τεκνοποιε στν γέρα.
κε -
πάσχοντας στν θέση τς καρδις
λέξη καρδιά, δν κουράζεται.
κε -
πονώντας στ θέση τς γάπης
λέξη γάπη διασκορπίζεται στος κάστορες.

π τν ξορία
ωάννης λαλος
πρίγκιπας μ τ σπαθ στ θήκη—
μς στειλε τ μήνυμα.

Ν τοποθετήσουμε κρίκους τ δεμάτια
νάμεσά μαςτικός
κα τ κοφτερ τν πραγμάτων
Ν θεμελιώσουμε
στ λευκ
τν Ατοκρατορία τν Λέξεων.

 Ὁ Ştefan Augustin Doinaşψευδώνυμο τοῦ Ştefan Popa, γεν­νή­θη­κε στὶς 26 Ἀ­πρι­λί­ου του 1922, στὸ Cherechiu, τοῦ νο­μοῦ Arad – καὶ ἔ­φυ­γε ἀ­πὸ τὴ ζω­ὴ στὸ Βου­κου­ρέ­στι στὶ­ς  25 Μα­ΐ­ου του 2002. Ποι­η­τής, δο­κι­μι­ο­γρά­φος καὶ με­τα­φρα­στής, πο­λι­τι­κὸς κρα­τού­με­νος ἐ­πὶ κομ­μου­νι­σμοῦ, κα­τό­πιν ἀ­κα­δη­μα­ϊ­κὸς καὶ γε­ρου­σια­στὴς με­τα­ξὺ τῶν ἐ­τῶν 1992-1996.