Σάββατο, Οκτωβρίου 19, 2013

Μέλπως Ἀξιώτη, Ἡ Κάδμω

Μέλπως Ἀξιώτη, 
Ἡ Κάδμω (ἀπόσπασμα)

Κι ἐγὼ τώρα σὲ ποιὸν θ’ ἀφήσω τὴν κληρονομιά μου;...Ὄχι τὴν ὑλικὴ κληρονομιὰ
- δὲν ἔχω ἐγὼ παρόμοια, κι ἔτσι δὲν εἶμαι τώρα πιὰ παρὰ ἕνα ἄγαλμα μαρμάρινο
 πάνω σ" ἕνα μικρὸ σταυροδρόμι...".
(Ἡ Κάδμω, 1972).

Κάθεσαι τώρα στὸ τραπέζι τὸ τρίκλινο ποὺ εἶναι κόντρα στὸν τοῖχο, μπροστὰ σ’ ἕνα παράθυρο. Καὶ γράφεις. Πάντα κόντρα στὸν τοῖχο. Ὁδὸς Ἀριστοτέλους, ὅταν δοκίμασες γιὰ πρώτη φορὰ τὴ γραφή, ὁδὸς Τιμολέοντος, ἐκεῖ ποὺ σὲ βρῆκε ὁ θάνατος τῆς καλύτερης φίλης σου, ὁδὸς Κεφαλληνίας ποὺ σὲ βρῆκε ὁ πόλεμος, ὁδὸς Γκουφιέ, ὅπου ἔμενες ἐσὺ στὸ κάτω μέρος τοῦ σπιτιοῦ καὶ πάνω κατοικοῦσε ἡ ἄλλη φίλη σου, ἡ Μάρω — ποὺ ἔμεινε στὴ μνήμη σου, καὶ στὴν Ἱστορία, τουφεκισμένη μὲ τὸ πολυβόλο ἀπὸ τὸν ξένο ἐχθρό, μέσα στὴν Κατοχή. Στὸ χῶρο τοῦ Θυσιαστηρίου τῆς Καισαριανῆς.

Ἐκεῖνο τὸ τραπέζι τὸ τρίκλινο τὸ εἶχες πάρει τότε ἀπ’ τὸ Μοναστηράκι — τί χρόνος ἦταν, τρέχα γύρευε. Τότε ἦταν ποὺ καθόσουν σ’ ἕνα ψηλὸ σπίτι, κι ὁ κῆπος ἀπὸ κάτω μὲ τὴν πασχαλιὰ ποὺ ἄνθιζε καὶ φούντωνε κανονικὰ κάθε χρόνο. Ἐκείνη τὴ μέρα ποὺ κάθησες τὸ πρῶτο πρωινό, γιὰ πρώτη φορὰ στὸ τραπέζι, ἤξερες τί θὰ γινόταν; Ἤξερες ὅτι θὰ μποροῦσες νὰ γράψεις βιβλία δικά σου; Τὸ συλλογιζόσουνα, τὸ ’λεγες, μὰ δὲν τὸ ’βαζε ὁ νοῦς σου στὰ σίγουρα. Κάθεσαι τώρα, εἶναι νύχτα, κι ἀντίκρυ ἀπ’ τὸ κρεβάτι σου ἦρθαν ἀραδιασμένα ὅλα σου τὰ βιβλία, καὶ σὲ κοιτάζουν μὲ μάτια κατάπληκτα. Ἐλάχιστα κατασκευάσματα ποὺ εἴχανε τὴ χάρη νὰ εἶναι ἀκόμα ζωντανά. Ἐλάχιστα εἶναι τὰ πράγματα ποὺ τοὺς κάνει ὁ χρόνος τὸ χατίρι νὰ τὰ διατηρεῖ. Ἡ κοντέσα Ἰωάννα ντὺ Μπαρρύ, εὐνοούμενη τοῦ βασιλέα Λουδοβίκου ΙΕ΄, ὅταν τὴν ἀνέβαζαν στὴ λαιμητόμο, «Κύριε δήμιε, —ἐφώναξε μὲ μιὰ γλυκιὰ φωνὴ— ἀφῆστε με ἀκόμα μιὰ στιγμούλα!».

Τετάρτη, Οκτωβρίου 16, 2013

Θοδωρῆς Ρακόπουλος Ignazio Buttitta: ἡ ἱστορία ἑνὸς λαοῦ σὲ σικελικὴ διάλεκτο – κι οἱ διάλεκτοι τῶν λαῶν τοῦ κόσμου....

Θοδωρῆς Ρακόπουλος
Ignazio Buttitta: στορία νς λαο σ σικελικ διάλεκτο 
– κι ο διάλεκτοι τν λαν το κόσμου

νιάτσιο Μπουττίττα εναι σπουδαος, κραιφνέστερος στν μμονή του στ γραφ σ διάλεκτο, Σικελς ποιητής. μεγάνησος, τ μηρικ νησ το λιου, δν εναι καμι περιφέρεια στν λογοτεχνικ παράδοση, εδικά τοὺς τελευταίους δυ αἰῶνες- Pirandello κα Lampedusa, Virga κα Quasimodo, Sciascia κα Camilleri… δυ Νόμπελ λλ κα μία γερ παράδοση λαϊκς ποίησης, συχν σ διάλεκτο κα πάντα δεμένης μ τς νάγκες, τος γνες κα τς γωνίες το σικελικο λαο.

νας λας
Ρίξτον στν λυσίδα
Γδύστον
Κλείστου τ στόμα
Λεύτερος εν’ κόμα

Πάρτουνε τ δουλει
Τ πασσαπόρτο
Τραπέζι ν μν χει γι φαγ
Κρεβάτι γι τν πνο
κόμα πλούσιος εναι

νας λας
Φτωχς κα δολος γίνεται
ταν το κλέβουνε τ γλώσσα
Πού τούδωκεν κύρης του
Χαμένος γι πάντα

Φτωχς κα σκλάβος γένεται
ταν ο λέξεις του δν
Γενννε λέξεις
Κα τρν μιὰ τὴν άλλη
[π τ Lingua e Dialettu, συλλογ Lu Pani Si Chiama Pani, 1954]

Μπουττίττα εναι τέτοιος ποιητής –λαϊκς π θέση κι π πιλογή. Γεννημένος κα μεγαλωμένος στν Bagheria (Μπαγκερία, κα σικελιστ Baaria), μι πόλη μ γροτικ οκονομικ βάση, κέντρο τν κοινωνικν διεκδικήσεων γι μαζικ ναδασμ κα ναδιοργάνωση τς γαιοκτησίας σ δημοκρατικ προοπτικ σ προηγούμενες δεκαετίες, δρασε ς μέλος το τοπικο Κομμουνιστικο Κόμματος λλ κι ς «ποιητς τς πλατείας», πως θ λεγε κι διος στ πρτα μεταπολεμικ χρόνια, κα μέχρι τν θάνατό του. Στ μεταξ γι πολιτικος σο κα οκονομικος λόγους, γνώρισε κα τν τυπικ σικελικ δρόμο τς μετανάστευσης πο τν δήγησε στν πλούσια Λομβαρδία γι μία δεκαετία.

Γεννήθηκε στ γύρισμα το πι συναρπαστικο αώνα (1899) καὶρα εναι μία δεκαπενταρι χρόνια μεγαλύτερός τοῦ λλου λαμπρο «κόκκινου» π τν Μπαγκερία, το Renato Guttuso. π κε λλωστε κι Tornatore, σκηνοθέτης πο χάρισε στν πόλη κα τ μώνυμο πρόσφατο κινηματογραφικ πορτρατο ποχς. γραψε στν συγκεκριμένη μορφολογία τς σικελικς πο πικρατε στν περιοχή του – ποφαινόμενος, ζε σ χωρι τς λλης κρης το διου νομο, που μως διάλεκτος χει ρατς διαφορές: π.χ. ρθρο u ντ γι lu, κτλ. Κι γραψε γι

Chiddi ca nta lu munnu sunnu nenti
Eccu, o signuri, la povira genti.

Κείνους πο ζονε τ τίποτε το κόσμου ατο...
Κύριε, φτωχόκοσμός σου– δού.

“κόκκινη” Μπαγκερία μ τν πλούσια σπεριδοπαραγωγ πρξε κέντρο ξαγωγν καὶ ρα οκονομικς ξάρτησης γι αἰῶνες– δεμένη στ ρμα τς φεουδαλικς οκονομικς ργάνωσης πο στν Σικελία λαβε κα τ διαίτερο γνώρισμα τς «προστασίας» τν συμφερόντων τς ριστοκρατικς γαιοκτητικς τάξης π μία ργάνωση νδρν–τοποτηρητν πο μετ τν ταλικ νωση (1861) θ γίνει γνωστ μ τ νομα «Μαφία».